Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγνόηση η [aγnóisi] Ο33 : το να μην υπολογίζει, να μη λαμβάνει κανείς υπόψη του κτ.: H ~ της παντοδυναμίας του ηθικού προβλήματος.
[λόγ. < ελνστ. ἀγνόη(σις) `άγνοια΄ -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αγνόηση [aγnóisi] η,
- not knowing, ignoring, ignorance:
- η ~ της καταστάσεως δεν είναι καλό |
- ολοκληρωτική θεωρήθηκε η "ορθή πολιτεία" με ~ της ειδικής σημασίας (Despotop) |
- ~ της απειροδυναμίας... του ηθικού προβλήματος (id.)
[fr K ἀγνόησις 'ignorance']
- not knowing, ignoring, ignorance: