Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγνωσιαρχία η [aγnosiarxía] Ο25α : (φιλοσ.) ο αγνωστικισμός.
[λόγ. αγνωσί(α) + -αρχία απόδ. αγγλ. agnosticism (δες στο αγνωστικισμός)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αγνωσιαρχία philos = αγνωστικισμός
[cpd w. αγνωσία]