Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγνοούμενος
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αγνοούμενος -η -ο [aγnoúmenos] Ε5 : (για πρόσ.) που δεν είναι γνωστή η τύχη ή η θέση του ύστερα από μια ορισμένη χρονική στιγμή. || (ως ουσ.) ο αγνοούμενος: Πίνακας αγνοουμένων. Aγνοούμενοι πολέμου.

[λόγ. μπε. < αρχ. ἀγνοῶ]

[Λεξικό Γεωργακά]
αγνοούμενος1 [aγnoúmenos] ο, milit & navy
  • missing man:
    • οι αγνοούμενοι the missing (men) |
    • πίνακας αγνοουμένων list of the missing.
[Λεξικό Γεωργακά]
αγνοούμενος2, -η, -ο [aγnoúmenos]
  • whose whereabouts are unknown, unreported, missing:
    • αγνοούμενο πλοίο naut missing ship |
    • ~ μάχης milit missing in action.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες