Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγκλίτσα η [aglítsa] Ο25α : (λαϊκότρ.) γκλίτσα.
[ουσιαστικοπ. θηλ. του αρχ. επιθ. ἀγκύλ(ος, -η) -ίτσα με συγκ. του άτ. [i] ]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αγκλίτσα s. γκλίτσα.