Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγκιτάτσια η [agitátsia] Ο27α : (πολ.) ο ερεθισμός, η όξυνση των πνευμάτων και η πρόκληση πολιτικών ζυμώσεων.
[λόγ. < ρωσ. agitatsija (< λατ. agitatio `κίνηση΄)]