Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αγιολόγιο το [ajiolójio] Ο42 : (εκκλ.) το σύνολο των αγίων της χριστιανικής εκκλησίας· (πρβ. μαρτυρολόγιο).
[λόγ. αγιο- + -λόγιον]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αγιολόγιο [ayiolóyio] το, (L)
- synaxarium or canon of saints, containing the names of the saints by months:
- το ~ του μηνός.
- synaxarium or canon of saints, containing the names of the saints by months: