Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αβάντι
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αβάντι [avánti] & αβάντε [avánte] επίρρ. : (προφ.) εμπρός, άρχισε ή ας αρχίσουμε. ΦΡ ~ μαέστρο! (συχνά και πειραχτικά).

[ιταλ. και βεν. avanti, avante]

[Λεξικό Γεωργακά]
αβάντι1 [avánti] adv (& αβάντε)
  • ① earlier
  • ② forward, ahead:
    • ~!
[Λεξικό Γεωργακά]
αβάντι2 [avánti] το, (material)
  • profit, (moral) support; benefit, advantage (syn προτέρημα) .
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες