Παράλληλη αναζήτηση
16 εγγραφές [1 - 10] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ίσα [ísa] : (ναυτ.) πρόσταγμα, εντολή για το σήκωμα των πανιών και των άρμπουρων, σε ιστιοφόρο πλοίο.
[βεν. issa]
[Λεξικό Κριαρά]
- ίσα, επίρρ.,
- βλ. ίσια.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ισάδα η [isáδa] Ο26 : (λαϊκότρ.) ισιάδα.
[ίσ(ος) -άδα]
[Λεξικό Κριαρά]
- ισάδι το,
- βλ. ισιάδι.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ισάζω [isázo] Ρ2.3α : (λαϊκότρ.) ισιάζω.
[αρχ. ἰσάζω]
[Λεξικό Κριαρά]
- ισάζω,
- βλ. ισιάζω.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ίσαλος -ος / -η -ο [ísalos] Ε17 : (ναυτ.) ~ / ίσαλη γραμμή (ενός πλοίου), η γραμμή που χαράζεται στις πλευρές ενός πλοίου, στο ύψος όπου αυτές εφάπτονται με την επιφάνεια της θάλασσας. || (ως ουσ.) τα ίσαλα, η ίσαλος γραμμή ή τα γύρω από αυτήν μέρη· (πρβ. ύφαλα, έξαλα).
[λόγ. ίσ(ος) + αρχ. ἅλ(ς) `θάλασσα΄ -ος, κατά τα αρχ. ὕφαλος, ὕφαλα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ίσαμε [ísame] πρόθ. : (λαϊκότρ.) με επίρρημα ή με αιτιατική ή με πρόταση που αρχίζει με το να· ως, έως, μέχρι. α. για χρονικό όριο, τέρμα: ~ χθές / αύριο. Kανείς δεν το βρήκε ~ (τα) τώρα και θα το βρεις εσύ; || ~ την Tρίτη. || ~ να
, έως ότου να
, ώσπου να
: Θα σε περιμένω ~ να τελειώσεις. Είδα κι έπαθα ~ να τα καταφέρω. β. για τοπικό όριο, τέρμα: ~ εδώ / εκεί. Ίσαμ΄ εδώ. ~ πού θα πας; Προχώρησε ~ την άκρη. Έφτανε ~ τον ουρανό. γ. (για όριο ποσότητας, μεγέθους κτλ.) περίπου και λιγότερο από
: Kοστίζει ~ χίλιες δραχμές. ~ δέκα χιλιάδες άνθρωποι. Θα ζύγιζαν ~ πέντε κιλά.
[μσν. ίσαμε < ίσα + με]
[Λεξικό Κριαρά]
- ίσαμε, πρόθ.
-
- (Σε σύγκριση) σαν:
- λίθον είχε μέγα … ίσαμε ωόν στρουθίου (Πτωχολ. α 301).
[<επίρρ. ίσα + πρόθ. με. Η λ. και σήμ.]
- (Σε σύγκριση) σαν:
[Λεξικό Κριαρά]
- ισαντής ο,
- βλ. νισαντζής.