Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ίντσα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ίντσα η [íntsa] Ο25 : αγγλοσαξονική μετρική μονάδα μήκους, που ισοδυναμεί με 2,54 εκατοστά του μέτρου: H γιάρδα έχει 3 πόδια και κάθε πόδι 12 ίντσες.

[αγγλ. inch ]

[Λεξικό Κριαρά]
ιντσαμπάρω.
  • Σκοντάφτω:
    • χερότερα ιντσαμπάρω (Στάθ. Β´ 157).

[<ιταλ. inciampare]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες