Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ίνα η [ína] Ο25 : το καθένα από τα λεπτότατα νήματα που, ενωμένα σε δέσμες, αποτελούν ένα σώμα ζωικό, φυτικό ή ορυκτό: Οι ίνες των μυών. Mυϊκές ίνες. Φυτικές ίνες. Ίνες αμιάντου. || Kλωστικές ίνες.
[λόγ. < αρχ. ἴς, αιτ. ἴνα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ινάτι το [ináti] Ο44 : (λαϊκότρ.) γινάτι.
[τουρκ. inat -ι]
[Λεξικό Κριαρά]
- ινατσής ο.
-
- Πεισματάρης:
- αυτός ινατσής δεν τον έδωσεν και ο Τούρκος τον έδερεν (Συναδ. φ. 21v).
[<τουρκ. inatçι. Διάφ. τ. σήμ. ιδιωμ. (ΙΛ., λ. γινατσής)]
- Πεισματάρης: