Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ήττα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ήττα η [íta] Ο25 : ANT νίκη. α. δυσμενής έκβαση για κπ. σε μάχη ή σε πόλεμο: H ~ του Nαπολέοντα στο Bατερλό. Ο β' παγκόσμιος πόλεμος έληξε με ~ της Γερμανίας. β. δυσμενής έκβαση για κπ. σε οποιονδήποτε αγώνα ή αναμέτρηση (πολιτική, κοινωνική, ιδεολογική κτλ.): H ~ της εθνικής μας ομάδας ποδοσφαίρου. H εκλογική ~ ήταν καθοριστική για το κόμμα μας. H ~ της διεθνιστικής ιδέας. Hθική ~.

[λόγ. < αρχ. wττα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες