Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: έσωθεν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
έσωθεν [ésoθen] επίρρ. : (λόγ.) μέσα ή από μέσα: H φθορά στο κόμμα προκαλείται ~.

[λόγ. < αρχ. ἔσωθεν]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες