Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- έπαυλη η [épavli] Ο33 : μεγάλη και πολυτελής κατοικία με κήπο· βίλα.
[λόγ. < ελνστ. ἔπαυλ(ις) -η `αγροτικό σπίτι΄, αρχ. σημ.: `πρόχειρο κτίσμα για διανυκτέρευση ζώων΄ σημδ. ιταλ. villa ή μέσω του γαλλ. villa]