Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- άρμενα s. άρμενο.
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρμενάκι [armenáci] το, zoo
- paper nautilus, Argonauta argo (syn αρμενίδι, αρμενιστάρι, ναυτίλος)
[der of άρμενο (due to the sail-like shell of the female)]