Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: άρκευθος
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
άρκευθος η, (Kυνοσ. 5997).

[αρχ. ουσ. άρκευθος. H λ. και σήμ. κρητ. (Andr.)]

[Λεξικό Γεωργακά]
άρκευθος [árcefθos] η, (& region. άρκευθος ο) (L) bot
  • tree of the genus Juniperus, juniper tree

[fr kath, MG άρκευθος ← K, AG ἄρκευθος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες