Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άραγε [áraje] επίρρ. : εκφράζει σε ευθύ ή πλάγιο ερωτηματικό λόγο την απορία, αβεβαιότητα κτλ. του ομιλητή: ~ τι ώρα θα φτάσουν; Ποιος να ΄ναι ~ τέτοια ώρα, τάχα.
[αρχ. ἄρά γε]
[Λεξικό Γεωργακά]
- άραγε [áraye] (& άραγες) interr. & dubitative particle
- can it be that .., I wonder (whether ..):
- ~ζει ή πέθανε; |
- ποιος να είναι ~ στην πόρτα; |
- πού να πήγε ~; |
- πήρε ~ μια απόφαση; (Theotokas) |
- ~ θα γυρίσομε ποτέ σ' όλα αυτά τα νοσταλγημένα μέρη; (Thrylos) |
- πώς να το λένε άραγες; (Venezis) |
- ~ βασανίζουν κιόλας τους φυλακισμένους; (Roufos)
[fr dial & kath άραγε, this fr AG pρά γε]
- can it be that .., I wonder (whether ..):
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άραγες [árajes] επίρρ. : (προφ., λογοτ.) άραγε.
[< άραγε με προσθήκη -ς αναλ. προς άλλα επιρρ.: μήπως, χτες, τότες]