Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άπλωμα το [áploma] Ο49 : 1.η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του απλώνω: Tο ~ της μπουγάδας / των ρούχων / της σταφίδας / του τραχανά. 2. (λογοτ.) χώρος ανοιχτός· απλωσιά: Mέσα στο ~ του κάμπου.
[ελνστ. ἅπλωμα `κτ. που απλώνεται, τραπεζομάντιλο, ανοιχτός χώρος΄, κατά την εξέλ. του επιθήματος -μα]
[Λεξικό Κριαρά]
- άπλωμα το.
-
- 1) Xώρος εκτεταμένος·
- έκφρ. άπλωμα του ουρανού = ουράνιος θόλος, το στερέωμα:
- (Πεντ. Γέν. I 14).
- έκφρ. άπλωμα του ουρανού = ουράνιος θόλος, το στερέωμα:
- 2) Έκταση, κίνηση·
- έκφρ. άπλωμα του χεριού ή των χεριών =
- (α) εργασία, εγχείρημα, επιχείρηση:
- (αυτ. Δευτ. XV 10, XXIII 21)·
- (β) ό,τι κατέχει κανείς, αγαθό:
- (αυτ. Δευτ. XII 7, XXVIII 8).
- (α) εργασία, εγχείρημα, επιχείρηση:
- έκφρ. άπλωμα του χεριού ή των χεριών =
[<απλώνω + κατάλ. ‑μα. Η λ. τον 4. αι. και σήμ.]
- 1) Xώρος εκτεταμένος·
[Λεξικό Γεωργακά]
- άπλωμα [áploma] το,
- ① spreading out, stretching out (near-syn τέντωμα):
- ~ στη χλόη |
- το ~ του πέπλου στο κορμί |
- ~ της παλάμης, των ποδιών, του στήθους |
- ~ των χαλιών |
- ~ της σταφίδας, των σύκων |
- prov κατά το πάπλωμα και το ~ act(ing) according to the means available |
- εκείνο το ~ του αδιάκριτου χεριού απάνου μου, φρίκη! (Palam) |
- στο δεξί καλαμόχερο κρεμόταν ένα σακκουλάκι με τα μανταλάκια για το ~ (Myriv)
- ⓐ naut ~ αλύσου arranging the anchor chain on deck, ranging
- ⓑ eccl altar cloth (syn L ενδυτή)
- ② open space, expanse (syn άπλα 2):
- εκοίταζε .. πέρα στο ~ (Karkavitsas) |
- κάτω σ' ένα ~ φάνηκε το ξακουστό μοναστήρι του Σινά (Kazantz) |
- ~ της θάλασσας
- ③ fig spreading, expansion, diffusion (syn εξάπλωση, επέκταση, μετάδοση):
- το ~ της φωτιάς, των δηλητηριωδών χόρτων |
- το ~ της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας |
- το ~ του εμπορίου, του πολιτισμού, των γραμμάτων, της τέχνης, της δημοτικής γλώσσας, των επιστημονικών εφαρμογών |
- το ~ της βίας, της ελευθερίας, των επιδράσεων |
- το ~ του κρατικού παρεμβατισμού θ' αποδείξει τη βλαπτική επίδραση της γραφειοκρατίας (Panagiotop) |
- η προσπάθεια αναθεώρησης θα επιτρέψει το ~ προς όλες τις ανάγγιχτες ακόμα δυνατότητες (Thrylos)
[fr postmed (16th c.) άπλωμα ← MG (also pap 6th c.), PatrG]
- ① spreading out, stretching out (near-syn τέντωμα):