Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άνθηση η [ánθisi] Ο33 : 1α.το φαινόμενο της ανάπτυξης άνθους στα φυτά, το άνθισμα: H ~ του κήπου / των λουλουδιών. β. η περίοδος από τότε που εμφανίζονται τα άνθη στα φυτά μέχρι που μαραίνονται: H διάρκεια της άνθησης διαφέρει από φυτό σε φυτό. 2. (μτφ.) η μεγάλη ανάπτυξη, η ακμή: H ~ των γραμμάτων και των τεχνών. H ~ της οικονομίας / του εμπορίου.
[λόγ. < ελνστ. ἄνθη(σις) -ση]
[Λεξικό Κριαρά]
- άνθηση η· άνθεση.
-
- Aνθοφορία:
- (Aχιλλ. L 489).
[αρχ. ουσ. άνθησις. H λ. και σήμ.]
- Aνθοφορία:
[Λεξικό Γεωργακά]
- άνθηση s. άνθιση.