Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άμιλλα η [ámíla] Ο27 : προσπάθεια για υπεροχή ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα που επιδιώκουν το ίδιο αποτέλεσμα και ιδίως που διεκδικούν την πρώτη θέση με κίνητρα κυρίως ηθικά· συναγωνισμός: ~ μεταξύ μαθητών / αθλητών. H ~ ως παράγοντας προόδου. Ευγενής ~.
[λόγ. < αρχ. ἅμιλλα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- άμιλλα [ámila] η,
- ① emulation, vying:
- πνεύμα άμιλλας (or kath αμίλλης) |
- ευγενής ~ |
- η ~ ενθαρρύνει προς μίμηση θαυμαστών πράξεων (Vrettakos) |
- η ~ ήταν μια αρχαία ελληνική αρετή, εκδήλωση της δημιουργικής ατομικότητας του ανθρώπου (Karantonis) |
- το σχολείο -η ~, η ομαδική εργασία, το ακόνισμα του μυαλού και της θέλησης- είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας (Theotokas) |
- ~ είναι μόνο ο ευγενής (στα ελατήρια και στα μέσα) αγώνας για την υπεροχή (Papanoutsos) |
- στο μεσοπόλεμο όλοι μαθήτευαν με την ίδια ζέση μέσα σε μια ατμόσφαιρα άμιλλας (Chatzinis)
- ② competition, contest, rivalry (syn ανταγωνισμός, συναγωνισμός):
- ~ μεταξύ δύο χωρών |
- σοσιαλιστική ~ |
- η ~ φέρει την πρόοδο |
- ~ σε πλατύτερην έννοια είναι απλώς αγώνας για την υπεροχή, δηλαδή ανταγωνισμός (Papanoutsos) |
- ο συναγωνισμός, ο ανταγωνισμός, η ~ έχουν απλωθεί σε κλίμακα που ολοένα πάει να περάσει τα όρια τα συνηθισμένα και να γίνει παγκόσμια (id.) |
- το γλωσσικό πρέπει να λυθεί, για να ορθοποδήσει η παιδεία μας και για ν' αποκτήσει το Έθνος ενιαίο εκφραστικό όργανο· έτσι μόνο θα προκόψει ο λαός μας μέσα στον ανταγωνισμό ή στην ~ των πολιτισμένων λαών του κόσμου (id.) |
- δεν κάνω λόγο για τα διάφορα φιλολογικά βραβεία της πρωτοχρονιάς που τόσο ενδιαφέρον προκαλούν και τόσην ~ δημιουργούν (Papatsonis)
[fr K ἄμιλλα]
- ① emulation, vying: