Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: άθλησις
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
άθλησις η.
  • (Προκ. για μαρτύριο αγίου) αγώνας, δοκιμασία:
    • (Παϊσ., Iστ. Σινά 1582).

[μτγν. ουσ. άθλησις. Η λ. και σήμ. (η)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες