Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σούξου μούξου τα [súksu múksu] Ο (άκλ.) : (προφ.) συζητήσεις με απροσδιόριστο περιεχόμενο που γίνονται συνήθ. χαμηλόφωνα και κατ΄ ιδίαν: Aποσύρθηκαν σε μια γωνιά κι άρχισαν τα ~. Όλο ~ είναι αυτές οι δύο, συνεχώς σχολιάζουν, κουτσομπολεύουν κτλ.
[σου ξεσού, μου ξεμου (δες στο ξε-) σύγκρ. σου μου του]