Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- Πρωτομαγιά η [protomajá] Ο24 : η πρώτη ημέρα του Mάη κυρίως ως γιορτή της εργατικής τάξης ή της άνοιξης και των λουλουδιών: Ο εορτασμός της εργατικής Πρωτομαγιάς. ~, τα λούλουδα γιορτάζουν.
[πρωτο- + Mαγ- (Μάης) -ιά κατά το πρωτομηνιά]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πρωτομαγιάτικος -η -ο [protomajátikos] Ε5 : που έχει σχέση με την Πρωτομαγιά: H πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση / διαδήλωση / εκδρομή.
πρωτομαγιάτικα ΕΠIΡΡ κατά τη διάρκεια της Πρωτομαγιάς, με αρνητική συνήθ. σημασία, για να εκφράσει κάποια δυσαρέσκεια για το χρόνο που γίνεται κτ.: Εγώ δεν κάθομαι στο σπίτι / δε δουλεύω ~. [πρωτομαγ(ιά) -ιάτικος]