Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Λονδρέζος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
Λονδρέζος ο [lonδrézos] Ο18 θηλ. Λονδρέζα [lonδréza] Ο25 : ο κάτοικος του Λονδίνου.

[λόγ. επίδρ. στο Λοντρέζος < ιταλ. Londr(ese) -έζος < Londra < αγγλ. London `Λονδίνο΄· Λονδρέζ(ος) -α]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες