Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- Βλάχα η.
-
- 1) Η κάτοικος της Βλαχίας:
- (Αιτωλ., Βοηβ. 48, 115).
- 2) (Πιθ.) χωρική, χωριάτισσα:
- κάπα μου, όνταν σε έθεκεν η Βλάχα να σε ’φάνει (Προδρ. III 273-65 χφ P κριτ. υπ).
[θηλ. του εθν. Βλάχος. Η λ. και σήμ.]
- 1) Η κάτοικος της Βλαχίας: