Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αϊβαλί [ajvalí] το, geogr
- town in W. Asia Minor, in Gr earlier called Kυδωνίαι; inhab Aϊβαλιώτης
[fr Turk Ayvalιk ← ayvalιk ' place abounding in quince trees', loan transl of Kυδωνίαι; the Gr ending after nouns in -ί]