Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Ασμοδαίος
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
Ασμοδαίος [azmo∂éos] ο, (L)
  • ① Hebr myth. name of the demon of lust, Asmodeus
  • ② homonymous satirical magazine published in Athens (1875-1885)

[fr kath Aσμοδαίος ← Hebr ashmeday ← Pers aesma daeva 'spirit of anger']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες