Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αρτέμιδα [artémi∂a] η, (& Άρτεμις) gen Aρτέμιδας & Aρτέμιδος, (L)
- ① AG relig name of the goddess of hunting, Artemis, Diana (syn Άρτεμη 1a):
- για να τιμήσει την αγνότητα της ηγουμένης, δε ζωγράφισε την Παρθένο ..., αλλά την ~(Kanellop) |
- (το εστιατόριο) ήταν χτισμένο πάνω στους βράχους, σε μικρή απόσταση από τα θεμέλια του ναού της Aρτέμιδας (Tsirkas) |
- poem .. ο Aπόλλων | μαζί του κι η ~με βέλη | φαρμακερά μου εσκότωσαν τους γιους μου (Athanas)
- ⓐ arche. sculptured or painted image of the goddess Artemis (syn Άρτεμη 1b):
- κεφάλι Aρτέμιδος |
- οι απεικονίσεις .. με το σώμα γεμάτο μαστούς, καθώς η ~ της Eφέσου, .. με αποθαρρύνουν (Panagiotop)
- ② ModG f pers-n (syn Άρτεμη 2):
- poem .. εβγήκε στο παράθυρο με το φεγγάρι η Mάγδα, | πιο πίσω ακόμη ανάστατη η Nανά και η Άρτεμις κλ (Sinop)
[fr kath Άρτεμις ← postmed (Somavera) Άρτεμις ← K (also pap), AG 0Aρτεμις]
- ① AG relig name of the goddess of hunting, Artemis, Diana (syn Άρτεμη 1a):