Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αρκαδία [arka∂ía] η, (L)
- ① geogr name of area in Central Pelop, Arcadia // inhab Aρκάς (pl Aρκάδες):
- είσαι Aρκάς και μπορώ να σου μιλήσω ανοιχτά (Karagatsis)
- ② imaginary or idealized region characterized by serenity and idyllic happiness, Arcadia:
- απεικονίζει αισθηματική σκηνή σε μια αρχαία φανταστική ~
[fr kath Aρκαδία ← K, AG Aρκαδία]
- ① geogr name of area in Central Pelop, Arcadia // inhab Aρκάς (pl Aρκάδες):
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αρκαδιά [arka∂yá] η, geogr
- med and postmed name of the town Kyparissia in Messenia (Pelop):
- έβαλε κι ο Kολοκοτρώνης τον πρωτοσύγκελο Aρκαδιάς και τον εγκωμιάζει (Makryg) // inhab Aρκαδινός |
- το βράδυ το μαθαίνουν οι Aρκαδινοί, οι λεγόμενοι Nτρέδες (Makryg)
[der of Aρκαδία, the topon transferred from Arcadia in central Pelop to the town Aρκαδία, thereafter renamed Kυπαρισσία]
- med and postmed name of the town Kyparissia in Messenia (Pelop):
[Λεξικό Κριαρά]
- Αρκαδιανός ο.
-
- Ο κάτοικος της αρχαίας Αρκαδίας:
- (Σουμμ., Παστ. φίδ. E´ [527]).
[<τοπων. Aρκαδία + κατάλ. ‑ιανός]
- Ο κάτοικος της αρχαίας Αρκαδίας: