Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Ακροναυπλία [akronafplía] η, geogr
- rocky peninsula above the city of Nafplia (formerly Iτς-καλέ):
- αποπάνω ορθώνει το γκρίζο ανάστημά της η ~, το Iτς-καλέ των Tούρκων (Penteas)
[cpd of άκρα Nαυπλία; cf Aκρόπολις fr άκρα πόλις]
- rocky peninsula above the city of Nafplia (formerly Iτς-καλέ):