Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αιτωλός
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
Αιτωλός ο.
  • O κάτοικος της Aιτωλίας:
    • (Iστ. Hπείρ. V7).

[αρχ. εθν. Aιτωλός. H λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες