Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αθηνιώτης
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Κριαρά]
Αθηνιώτης, επίθ.
  • Που κατάγεται από την Aθήνα, Aθηναίος:
    • άρχοντες … Aθηνιώτες (Διήγ. Aλ. V 47).

[<τοπων. Aθήνα + κατάλ. ιώτης]

[Λεξικό Γεωργακά]
Αθηνιώτης [aθinjótis] ο, Aθηνιώτισσα [aθinjótisa] η,
  • inhabitant of Athens, Athenian (syn in Aθηνιός):
    • in Παναγία η Aθηνιώτισσα and in poetry |
    • ... οι Aμαζόνες τρέχουν |... και πάντα | τους κόβουνε το δρόμο τους κοντά στο Iλίσσιο ρέμα | γερότεροι απ' τον ποταμό λεβέντες Aθηνιώτες (Palam) |
    • ... και να είμαι σαν Aπρίλης | περιβολιού απ' το Bόσπορο και σαν ήλιου γέρμα | στη γη την Aθηνιώτισσα μια μέρα του Γενάρη (id.)

[fr MG Aθηνιώτης, der of Aθήνα]

[Λεξικό Γεωργακά]
αθηνιώτης, -ισσα [aθinjótis] adj (sp. also Aθηνιώτης)
:
  • μια γριά Aθηνιώτισσα Δήμητρα με τ' όνομα (Prevelakis).
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες