Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αβεσαλώμ
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
Αβεσαλώμ [avesalóm] ο, Bibl
  • Absalom, third-born son of David.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες