Επιτομή Λεξικού Κριαρά
7 εγγραφές [1 - 7] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- μαΐστορας ο,
- βλ. μαγίστωρ.
- μαΐστορος ο.
-
— Βλ. και μάστορας (I).
- Αξιωματούχος δυτικού μοναχικού τάγματος:
- … μαΐστορος ού κουμεντούρης ενού εσπιτίου (Ασσίζ. 34316).
[<ουσ. μαΐστορας. Η λ. και σε έγγρ. του 12.-13. αι.]
- Αξιωματούχος δυτικού μοναχικού τάγματος:
- μαΐστρα η.
-
- Ά Δασκάλα· τεχνίτρα, μαστόρισσα:
- Ιππόλυταν …, μαΐστραν των πολέμων (Θησ. (Foll) I 9).
- Β́ (Ναυτ.)
- 1) Το κύριο ιστίο του μεγάλου καταρτιού ιστιοφόρων:
- Αρμένιζεν … με την μαΐστραν (Rechenb. 792).
- 2) Είδος σχοινιού:
- (Καραβ. 49431).
- 1) Το κύριο ιστίο του μεγάλου καταρτιού ιστιοφόρων:
[<βεν. maistra. Η λ. στο Du Cange (λ. μαγίστερ) και σήμ. ναυτ.]
- Ά Δασκάλα· τεχνίτρα, μαστόρισσα:
- μαϊστράτος ο,
- βλ. μαγιστράτος.
- μαΐστρος (I) ο.
-
- Γιατρός:
- (Θησ. Έ [253]).
[<βεν. maіstro]
- Γιατρός:
- μαΐστρος (II) ο· μαγίστρος.
-
- Βορειοδυτικός άνεμος·
- το βορειοδυτικό σημείο του ορίζοντα:
- (Πορτολ. Α 18611).
- το βορειοδυτικό σημείο του ορίζοντα:
[<βεν. maіstro. Η λ. και σήμ.]
- Βορειοδυτικός άνεμος·
- μαΐστωρ ο,
- βλ. μαγίστωρ.