Επιτομή Λεξικού Κριαρά
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- κουμάσι (I) το· κομάσι.
-
- Ορνιθώνας, κοτέτσι:
- (Γαδ. διήγ. 213).
[βλ. Καραποτόσογλου 1984: 10-6. Τ. ‑ιον στον Ησύχ. Η λ. και σήμ.]
- Ορνιθώνας, κοτέτσι:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[βλ. Καραποτόσογλου 1984: 10-6. Τ. ‑ιον στον Ησύχ. Η λ. και σήμ.]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |