Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υποδηματοποιός
1 εγγραφή
υποδηματοποιός ο [ipoδimatopiós] Ο17 : επίσημη ονομασία για τον τεχνίτη που κατασκευάζει ή επιδιορθώνει παπούτσια· ο τσαγκάρης.

[λόγ. < ελνστ. ὑποδηματοποιός `σανδαλοποιός΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες