Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρχίατρος
1 εγγραφή
αρχίατρος ο [arxíatros] Ο20α : (στρατ.) στρατιωτικός γιατρός του υγειονομικού σώματος του στρατού ξηράς με βαθμό αντισυνταγματάρχη. || Γενικός ~, στρατιωτικός γιατρός του υγειονομικού σώματος του στρατού ξηράς με βαθμό συνταγματάρχη.

[λόγ. αρχ(ι)- + ιατρ(ός) -ος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες