Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απολίπανση
1 εγγραφή
απολίπανση η [apolípansi] Ο33 : 1.αφαίρεση του λίπους από το μαλλί ή από τα δέρματα των ζώων κατά την κατεργασία τους. 2. (τεχνολ.) αφαίρεση ελαίων ή λιπαρών ουσιών από την επιφάνεια των μετάλλων.

[λόγ. απο- λίπαν(σις) -ση μτφρδ. γαλλ. dégraissage]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες