Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ανθυποφορά η [anθipoforá] Ο24 : ρητορικό σχήμα λόγου όπου τίθενται αρχικά ερωτήσεις ή γίνονται διαπιστώσεις, στη συνέχεια απορρίπτονται κάποιες πιθανές απαντήσεις ή ερμηνείες και τέλος δηλώνεται αυτό που πραγματικά συμβαίνει.
[λόγ. < ελνστ. ἀνθυποφορά]