Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: Μάιος
1 item total
Mάιος ο [máios] Ο19 : ο πέμπτος μήνας του χρόνου: Πρώτη Mαΐου, η Πρωτομαγιά. Είναι δεκαοχτώ / είκοσι Mαΐων, για νέα και όμορφη κοπέλα δεκαοχτώ / είκοσι χρονών.

[λόγ. < ελνστ. Μάϊος < λατ. Mai(us) -ος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go