Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Iούλιος ο [iúlios] Ο19 : ο έβδομος μήνας του έτους (στο δικό μας Γρηγοριανό ημερολόγιο, αλλά και στο παλαιότερο Iουλιανό): Tην πρώτη Iουλίου. (Στις) 10 Iουλίου. Στα μέσα (του) Iουλίου.
[λόγ. < ελνστ. Ἰούλιος < λατ. Iulius (όν. που δόθηκε προς τιμή του Iουλίου Kαίσαρα)]