Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απόκριση
2 εγγραφές [1 - 2]
απόκριση1 [apókrisi] η, (L)
  • ① answer, response, reply (syn απάντηση):
    • μήπως εκεί βρούμε την ~ που περιμένει το ερώτημά μας (Charis) |
    • ο γέρος δεν έδωκε ~ σε κανένα από τους προξενητάδες (Drosinis) |
    • ζύγωσαν ένα κελί και κτύπησαν δυνατά, ~ καμιά (Prevelakis) |
    • από φόβο μήπως εξακολουθήσω να αναβάλω την απόκρισή μου, σου γράφω τώρα δυο λόγια (Palam)
  • ② response, reaction (syn αντίδραση 1b):
    • η ψυχική μας ~ απέναντι στα προϊόντα των καλών τεχνών υπόκειται στην επίδραση πολλών παραγόντων (Papanoutsos) |
    • κάθε οργανισμός έχει αναπτυγμένο το σύστημα λήψης και απόκρισης, δέχεται ερεθισμούς και αντιδρά (Geros)

[fr kath απόκρισις ← postmed (Somavera), MG ← PatrG, K, AG]

απόκριση2 [apókrisi] η, (L) med
  • ① secretion (syn απόκριμα 1):
    • ~ σιέλου
  • ② excretion (syn απόκριμα 2):
    • ταχύτερη ~ ουρικού οξέος από το σώμα

[fr kath απόκρισις ← AG ἀπόκρισις 'id.']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες