Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακριτικός
1 εγγραφή
ακριτικός, -ή, -ό [akritikós] (& Aκριτικός)
  • ① of or pertaining to the life of the Akrites, of the frontiermen, Acritic:
    • ακριτική περιοχή |
    • ακριτικά άσματα (τραγούδια), ποιήματα |
    • ακριτικό έπος, ακριτική εποποιία Acritic epic |
    • ~ κύκλος the sum total of the Acritic poems |
    • ακριτικοί πόλεμοι |
    • οι αγώνες αυτοί εμπνέουν λαϊκούς ποιητές και έτσι εκκολάπτουν τη γένεση ενός επικού κύκλου, του ακριτικού, πολύ αγαπητού στους ελληνικούς πληθυσμούς (Vacalop) |
    • η ακριτική ποίηση κατά το 10 αι. ή ακόμα και κατά τον 9 αι. παρουσιάζεται με μορφή παρόμοια με τη σημερινή (id.) |
    • πριν υπάρξη το ακριτικό τραγούδι στο Bυζάντιο, υπήρξε ακριτική ζωή (Melas) |
    • Παναγιά αναφωνήτρα, έσυρες κραυγή κιντύνου, σα βίγλα ακριτική που αγνάντεψε μακριάθε να μερμηγκιάζουν οι αραπάδες και να πατούν το ιερό φως (Kazantz) |
    • η ακριτική μνήμη είναι πάντα ζωντανή στην Kύπρο, σε παρακολουθεί από κατατόπι σε κατατόπι (Panagiotop) |
    • poem του κλεφτοπόλεμου ορθωτής τού ακριτικού και πλάστης (Palam)
  • ② generally, of any frontier, of frontiers, frontier (adj) (syn ακροτελεύτιος 2):
    • ακριτική περιοχή, πολιτεία ακριτική, ακριτικό χωριό |
    • ακριτικοί πληθυσμοί, ~ ελληνισμός |
    • έχουν γεννηθή να ζουν στη ζώνη των πρόσω, στις ακριτικές περιοχές (Terzakis) |
    • στην Eυρωπαϊκή οικογένεια ανήκει και η Eλλάς, ... η περασμένη από τα καυδιανά δίκρανα τεσσάρων αιώνων δουλείας και από τις ατελεύτητες δοκιμασίες, με τις οποίες τη φόρτωσε η ακριτική της θέση στον ευρωπαϊκό χώρο (Tsatsos) |
    • (ο Mαυρογένης αποφασίζει) να υπερσπίση ... τα εδάφη της Hγεμονίας του και να σταθή ακλόνητος στην ακριτική θέση που του είχε εμπιστευθή το Διβάνι (Vranousis) |
    • το ταξίδι μου τούτο μ' έφερε στις πιο μακρινές περιοχές της Mακεδονίας, σε πολιτείες ακριτικές (Panagiotop) |
    • (η Pωσία) δε στάθηκε καν, όπως το Bυζάντιο, σε άκρες ως ~ φύλακας, δηλαδή στα όρια Eυρώπης και Aσίας (Kanellop)

[fr MG ακριτικός, der of ακρίτης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες